Λεξικόν
η ιδιότητα ή δύναμη των ζώων εξ αιτίας της οποίας αυτά κινούνται προς κάτι, χωρίς εξωτερική προσβολή και ενδιάθετη επιθυμία. Ορμέμφυτο είναι εκείνο το οποίο αν και είναι αόρατο κατά τη γέννηση του ζώου, όμως δεν παύει να γίνεται ψηλαφητό, αφού τα μέλη του ζώου αποκτήσουν κάποια ανάπτυξη και δύναμη. Έτσι βλέπουμε κλίσεις και ορέξεις στα ζώα, οι οποίες δεν υπήρχαν προηγουμένως ούτε είχαν ποτέ παρατηρηθεί, πράγμα που σημαίνει ότι αυτές ήταν προσχεδιασμένες κατ’ αυτή τη διαμόρφωση του εμβρύου στον εγκέφαλό του. Έτσι ενυπάρχει στον άνθρωπο κάποια ροπή και έμφυτη κλίση στο να μαθαίνει και η οποιαδήποτε βία αδυνατεί να την οπισθοδρομίσει ή να τη μηδενίσει. Γίνεται όμως η κλίση αυτή ορατή όχι κατά τη γέννηση αλά μετά παρέλευση κάποιου χρόνου. Ορμέμφυτο είναι οι νέες διαθέσεις και νέες κλίσεις στα ζώα, ευθύς μόλις τα γεννητικά τους μόρια αρχίζουν τη λειτουργία τους, χωρίς να έχει προηγηθεί κάποια γνώση ή διδασκαλία, η άμετρος αγάπη των μητέρων προς τα τέκνα τους, η μετακίνηση των ιχθύων που κατοικούν σε ένα μέρος, σε καιρό τεκνογονίας, σε άλο και η επιστροφή τους μετά το γέννα στην αρχική τους κατοικία. Η αιτία του ορέμφυτου δεν είναι γνωστή στους ανθρώπους.