Λεξικόν
καπνός
υγρό ελαστικό, αισθητό σώμα, το οποίο αποτελείται από μόρια του πυρός, υδαρή, αλάτια, ελαιώδη, γεηρά. Ο καπνός αναπτύσσεται με τη μορφή αιθάλης και τα μέρη του είναι αφθονότερα από αυτά του πυρός, πυρακτούμενα και πτήσιμα και καθώς απομακρύνονται από το υπόλοιπο φύραμα, συγκροτούν τη φλόγα.
357-363