Λεξικόν
αστέρες που εμφανίστηκαν και χάθηκαν εξ ολοκλήρου είτε αστέρες οι οποίοι χάνονται από χρόνο σε χρόνο ή αυξάνουν κατά μέγεθος και λιγοστεύουν έπειτα αισθητά. Υπάρχουν αστέρες που η περιγραφή τους δόθηκε από τους παλαιούς, αλά σήμερα δεν φαίνονται πλέον. Και άλοι που φαίνονται σήμερα εμφανώς, αν και δεν περιγράφηκαν από παλαιούς. Ένα μέρος των διαφορών αυτών μπορεί να αποδοθεί και στην απροσεξία των παλαιών παρατηρητών ή σε λάθος του καταλόγου τους, ο οποίος διεσώθηκε ως μάς με πολά σφάλματα στη Μεγάλη Σύνταξη του Πτολεμαίου. Οι παλαιότεροι συγραφείς, όπως ο Όμηρος μετρούσαν 6 Πλειάδες, ο Πτολεμαίος 7, ισχυριζόμενος ότι ο 7ος φάνηκε πριν την πυρπόληση της Τροίας. Ίσως όμως η διαφορά προέκυψε από τη δυσκολία να τους διακρίνει και να τους μετρήσει με απλή παρατήρηση. Νέοι αστέρες φάνηκαν 125 έτη π. Χ., επί Ιππάρχου και 130 έτη μ. Χ., επί Αδριανού. Ο Φορτούνιος Λιτζέτης στο Περί Νέων Αστέρων αναφέρει ότι ο Κουσπιανός το 389 μ.Χ. παρατήρησε πλησίον του Αετού λαμπρό αστέρα που διατηρήθηκε για τρεις εβδομάδες και έπειτα χάθηκε. Περιφημότερος νέος αστέρας θεωρείται αυτός που εμφανίσθηκε τον Νοέμβριο του 1572 σχηματίζοντας τέλειο ρόμβο με τους αστέρες α, β, γ, του αστερισμού της Κασσιόπης. Αυτός στην αρχή της εμφάνισής του υπερείχε σε λαμπρότητα από τον Σείριο αλά άρχισε να λιγοστεύει από το Δεκέμβριο του 1572 έως ότου χάθηκε το Μάρτιο του 1754. Ο νέος αστέρας του Οφιούχου εμφανίσθηκε στα τέλη Σεπτεμβρίου του 1604 και σύμφωνα με τον Κέπλερ δεν είχε καμμία παράλαξη ή κίνηση ως προς τους άλους αστέρες. Χάθηκε τον Σεπτέμβριο του 1605. Άλοι τέτοιοι αστέρες είναι ο μεταβαλόμενος του Κήτους, που παρατηρήθηκε από τον Φαβρίκιο το 1596, τρεις αστέρες μεταβαλόμενοι στον Κύκνο, από τους οποίους σημαντικότερος είναι ο ονομαζόμενος χ στον Βάυερ και του οποίου παρατηρούνται ακόμη αλοιώσεις. Ο Κιρχ σημείωσε τις φωτικές ποικιλότητες του το 1686. Ο Πιγόττ παρατήρησε τη μεγαλύτερη λάμψη του τον Αύγουστο του 1785. Στην ίδια κατηγορία ανήκει η κεφαλή της Μέδουσας, Αλγόλ, τις μεταβολές της οποίας παρατήρησε ο Γκούδρικ το 1783. Στη γενική αναθεώρηση του Ουρανού (από τον Λαλάνδ), που ξεκινά από το 1789, καταγράφεται ένας κατάλογος 30000 αστέρων, στον οποίο 136 αστέρες των παλαιών καταλόγων δεν βρίσκονται είτε επειδή χάθηκαν είτε επειδή απατήθηκαν οι παρατηρητές στις παρατηρήσεις και στους λογαριασμούς τους. Είναι δύσκολο να προσδιορισθεί ευκρινώς η αιτία για την οποία χάνονται ή μεταβάλονται οι νέοι αστέρες. Οι Ριτζιόλης και Μπουλιώ θεωρούσαν ότι αυτοί είναι αστέρες που δεν ήταν φωτεινοί σε όλη τους την έκταση και των οποίων το σκοτεινό μέρος μπορούσε να γυρίσει προς εμάς κατά το μάλον ή ήττον κατά την τροχική τους κινήση, υπόθεση που φαίνεται πιθανή. Ο Μοπερτου-ής, στο Λόγο του περί διαφόρων σχημάτων των άστρων, 1732, αφού έδειξε ότι η τροχική κίνηση ενός άστρου πάνω στον άξονά του μπορεί να δημιουργήσει στο άστρο αυτό μια αξιόλογη επιπέδωση, χρησιμοποιεί το φαινόμενο αυτό για να εξηγήσει το φαινόμενο των μεταβαλόμενων αστέρων.