ΕπεξεργασίαEdit

Λεξικόν

απελευθερωτήριον γράμμα

αυτό με το οποίο ο πτωχεύ-σας αποκτά την ελευθερία να κυκλοφορεί αφόβως. [Ο όρος αποδίδει τον ιταλικό Salvocondottoκαι το γαλικό Saufconduit.]

155