Βιογραφίες
Γιατρός, ποιητής και συγγραφέας πολλών επιστημονικών και φιλολογικών εργασιών, ο Στ.Κανέλος διετέλεσε συνεργάτης του Ερμή του Λόγιου και μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Ασχολήθηκε με την εξάσκηση της ιατρικής, τη διδασκαλία, ενώ συμμετείχε και στην Ελληνική Επανάσταση σε οργανωτικό, πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο.
Γεννήθηκε στις 9 Μαρτίου του 1792 στην Κωνσταντινούπολη. Ο πατέρας του Ιωάννης καταγόταν από τη Χίο, ενώ η μητέρα του ήταν Πολίτισσα. Ο Κανέλος πέρασε τα παιδικά του χρόνια στη γενέτειρά του και διδάχθηκε τα εγκύκλια μαθήματα στη Μεγάλη Σχολή από τον τότε σχολάρχη Δωρόθεο Πρώιο [Σάθας, 1868: 684]. Το 1811 θα συμπεριληφθεί στην έκδοση των Λυρικών του Χριστόπουλου ένα φιλολογικό και λογοτεχνικό κείμενο, που περιείχε μεταξύ άλλων το λυρικό του ποίημα Προσφώνημα. Ο τελευταίος μαζί με τους Γρ. Κωνσταντά και τους αδελφούς Μουρούζη άνηκε στον κύκλο των λογίων στον οποίο είχε ήδη ενταχθεί ο νεαρός τότε Κανέλος. [Βλάχος, 1975: 260]
Το 1812 όντας 20 ετών θα μεταβεί στη Γερμανία με σκοπό να σπουδάσει ιατρική. Στα 1815 η Φιλόμουσος Εταιρεία της Βιέννης του χορηγεί -κατ’ εξαίρεσιν- τριετή υποτροφία. Θα λάβει το διδακτορικό του δίπλωμα από το πανεπιστήμιο του Würzburg τον Φεβρουάριο του 1817 έχοντας ολοκληρώσει μια διατριβή με θέμα τη νεκροφάνεια. Πρόκειται να συνεχίσει τις σπουδές του για δύο ακόμη χρόνια στο Παρίσι. Καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής του στο εξωτερικό παρακολουθούσε -παράλληλα με την ιατρική- και μαθήματα φυσικής, μαθηματικών και φιλοσοφίας. [Βλάχος, 1975: 262]
Στα 1819 και έχοντας ολοκληρώσει την περιήγησή του στα δυτικά πανεπιστήμια θα επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολή με σκοπό να εργαστεί ως γιατρός, ενώ τον επόμενο χρόνο θα βρεθεί στο Βουκουρέστι. Εκεί αναλαμβάνει τη διδασκαλία της φυσικής ιστορίας στο ελληνικό Λύκειο, όπου εργάζονταν επίσης οι Κ. Βαρδαλάχος και Γ. Γεννάδιος. Όντας οπαδός της καθομιλουμένης γλώσσας δεν διστάζει να προβεί σε καινοτομίες εισάγοντάς την από κοινού το πείραμα και άλλα εποπτικά μέσα στη διδασκαλία. Ο ίδιος θεωρεί την πνευματική καλλιέργεια των μαθητών και την ανάπτυξη των ευγενών φρονημάτων τους ως κύριο σκοπό της εκπαίδευσης [Βλάχος, 1975: 267 και Γκιαλάς, 1975: 117]. Θα παραμείνει στο Βουκουρέστι έως και το 1821, διάστημα στο οποίο μυείται στη Φιλική Εταιρία [Άμαντος, 1946: 173]. Κάποιες πηγές, ωστόσο, τον φέρουν να έχει γίνει Φιλικός ένα χρόνο νωρίτερα, κατά τη διάρκεια δηλαδή της παραμονής του στην Κωνσταντινούπολη. [Βλάχος, 1975: 267]
Με την έναρξη της επανάστασης στη Βλαχία θα προσχωρήσει στο στρατό του Υψηλάντη και σύντομα θα αναλάβει την παράδοση επιστολών καθώς και την προφορική παρουσίαση των θέσεων του κινήματος στους μονάρχες της Ρωσίας και της Γερμανίας. Μετά την καταστολή της επανάστασης θα παραμείνει στο εξωτερικό όπου επισκέπτεται αρκετές πόλεις μεταξύ των οποίων η Δρέσδη, το Μόναχο και η Χαϊδελβέργη. Κατά τη διαμονή του στη Γερμανία θα έλθει σε επαφή με τον φιλέλληνα Thiersch, και τον ιστοριογράφο Ίκεν, ενώ στη Χαϊδελβέργη θα συναντήσει τους φίλους του γιατρούς Chelius και Nögele για να παρακολουθήσει παραδόσεις τους και να επισκεφθεί μαζί τους νοσοκομεία της πόλης. Τελευταίος σταθμός του θα είναι το Παρίσι πριν επιστρέψει στον ελλαδικό χώρο τον Ιούνιο του 1822. [Βλάχος, 1975: 262, 268]
Πολύ σύντομα θα εμπλακεί στα στρατιωτικά και πολιτικά ζητήματα της Επανάστασης. Φέρεται να συμμετάσχει στις πολεμικές επιχειρήσεις στην Πελοπόννησο με την ιδιότητα του γιατρού, ενώ λίγο αργότερα παίρνει μέρος στην Β΄ Εθνοσυνέλευση στο Άστρος. Εκεί, τον Απρίλιο του 1823, μαζί με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο και τον γιατρό Γεώργιο Γλαράκη θα διατελέσει μέλος επιτροπής που σκοπό είχε την επεξεργασία του Καταστατικού Νόμου του Κράτους [Γκιαλάς, 1975: 117]. Έχοντας διαβλέψει την ανάγκη νομοθετικής οργάνωσης του υπό εξέγερση έθνους μελετούσε ήδη από το 1820 τα πολιτεύματα ξένων χωρών. Για το σκοπό αυτό παρακίνησε τον Κωνσταντίνο Κοκκινάκη να προμηθευτεί τα Πρακτικά των συνελεύσεων της Γαλλικής Επανάστασης.
Το 1823 θα βρεθεί και στην Ύδρα, όπου -κατόπιν δικής του παραίνεσης και πρωτοβουλίας- πρόκειται να ιδρυθεί τυπογραφείο από τους Τομπάζηδες. Εκεί, θα εκδώσει το έργο Βιβλιαράκι κατ’ ερωταπόκρισιν περί λογής λογίων πραγμάτων αναγκαίον μάλιστα εις την πατρίδαν των Γερμανών, δι’ όλους τους γερμανούς πολίτας και χωριανούς, ένα εκλαϊκευτικό κείμενο πολιτικού περιεχομένου που είχε μεταφράσει ο ίδιος [Βλάχος, 1975: 270-71]. Τον Μάιο της ίδιας χρονιάς κι έπειτα από συστατική επιστολή του Κοραή, θα προσληφθεί από τον αρμοστή της Κρήτης Μανώλη Τομπάζη. Έχοντας αναλάβει καθήκοντα συμβούλου θα ακολουθήσει τον τελευταίο στο νησί, όπου πρόκειται να συντάξει ένα είδος τοπικού συντάγματος, με τίτλο Οργανισμοί της Κρήτης. Παράλληλα προσφέρει τις υπηρεσίες του ως γιατρός ενάντια στην επιδημία της πανούκλας που είχε πλήξει την περιοχή. Θα πεθάνει εκεί -έχοντας προσβληθεί από τη νόσο- τον Ιούλιο του 1823 σε ηλικία 31 ετών. [Βλάχος, 1975: 272 και ΜΕΕ, 1926: 689]
Ο Σ. Κανέλος συνέγραψε πολλές επιστημονικές και φιλολογικές μελέτες καθώς και μεγάλο αριθμό ποιημάτων πατριωτικού κυρίως χαρακτήρα. Ο ίδιος θα γίνει ευρύτερα γνωστός στον κύκλο των μορφωμένων Ελλήνων όταν από το 1817 αρχίζει τη συνεργασία του με το περιοδικό Ερμής ο Λόγιος. Σε αυτό πρόκειται να δημοσιεύσει τα επόμενα χρόνια ποικίλα άρθρα αναφορικά με τις φυσικές επιστήμες, τη φιλοσοφία, τη λογοτεχνία, τη φιλολογία κ.α. Ενδεικτικά αναφέρουμε τη μετάφραση της μελέτης του Ολλανδού Capelle σχετικά με τα φλογιστικά κάτοπτρα του Αρχιμήδη (1817) καθώς και την κριτική του στο Σύνταγμα Φιλοσοφίας του Κωνσταντίνου Κούμα, την οποία εκπόνησε σε συνεργασία με τον Αθ. Βογορίδη (1818). [Άμαντος, 1946: 174]
Τους πρώτους μήνες του 1822 έγραψε στον φίλο του Ίκεν δέκα επιστολές με θέμα την πολιτισμική και πνευματική κατάσταση στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο. Εκεί αναφερόταν μεταξύ άλλων στα σημαντικότερα -κατά τη γνώμη του- σχολεία, τους διδασκάλους και συγγραφείς της περιόδου της Τουρκοκρατίας, αλλά και στο ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο που συνέβαλλε στην πρόοδο της παιδείας κατά το διάστημα αυτό. Ο Ίκεν αφού μετέφρασε στα γερμανικά και επεξεργάστηκε τις επιστολές αυτές, τις εξέδωσε στο δίτομο έργο του Λευκοθέα, που τυπώθηκε στη Λειψία το 1825. [Βλάχος, 1975: 269]
Ένα μεγάλο τμήμα της συγγραφικής παραγωγής του Κανέλου αποτελούν τα πατριωτικά ποιήματά του, πολλά από τα οποία μελοποίησε ο ίδιος. Μεταξύ αυτών είναι ο Θούριος, που γράφει το 1820 στην Κωνσταντινούπολη, για να ακολουθήσουν τον επόμενο χρόνο η Προτροπήκαι οι Νουθεσίες. Μετά την καταστολή της επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες θα συνθέσει το Παράπονα και εντολές στον ποταμό Ιζάρ, ενώ αργότερα θα γράψει ποιήματα υπέρ της ελληνικής επανάστασης. Η ποιητική του συλλογή Χρυσά Έπη, την οποία σκόπευε να κυκλοφορήσει το 1823 στην Ύδρα, δυστυχώς δεν διασώθηκε. [Βλάχος, 1975: 264-65]
Εργογραφία
- Βιβλιαράκι κατ’ ερωταπόκρισιν περί λογής λογίων πραγμάτων αναγκαίον μάλιστα εις την πατρίδαν των Γερμανών, δι’ όλους τους γερμανούς πολίτας και χωριανούς, Ύδρα, 1823
- Δοκίμια
- Ποιήματα
Α. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
- [ΕΕΕ =] Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, (1985), τόμος 5.
- Άμαντος Κ. (1946), Τα γράμματα εις την Χίον κατά την Τουρκοκρατίαν, 1566-1822 (Σχολεία και λόγιοι), Πειραιάς.
- Βλάχος Ν. (1975), "Στέφανος Κανέλλος (1792-1823)", Παρνασσός 17, σ. 257-276.
- Γκιαλάς Αθ. (1975), "Χίοι ιατροί κατά την εθνεγερσίαν του 1821", Χιακή Επιθεώρησις 13, σ. 111-121.
- [ΜΕΕ =] Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, (1926), εκδ. Φοίνιξ, τόμος 13.
- Σάθας Κ., (1868), Νεοελληνική Φιλολογία, Αθήνα.