Βιογραφίες
Μητροπολίτης Ικονίου και Ανδριανούπολης και μετέπειτα πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ανέπτυξε αξιόλογη δραστηριότητα όσον αφορά την καλλιέργεια των γραμμάτων και την πνευματική πρόοδο στην εκάστοτε επικράτειά του, ενώ ασχολήθηκε και με την συγγραφή πρωτότυπων έργων.
Γεννήθηκε στην Ανδριανούπολη από φτωχή οικογένεια και το κοσμικό του όνομα ήταν Κωνσταντίνος Σερπεντζόγλους [ΘΗΕ, 1965: 1201]. Παρακολούθησε μαθήματα στην σχολή της πατρίδας του και έχοντας διακριθεί για τις επιδόσεις του κέρδισε την συμπάθεια του τότε μητροπολίτη Ανδριανουπόλεως Καλλίνικου, ο οποίος τον έθεσε υπό την προστασία του. Μετά την ολοκλήρωση της εκεί εκπαίδευσής του θα χειροτονηθεί από τον τελευταίο διάκονος και θα εργαστεί στην υπηρεσία του ως γραμματέας. [ΕΕΕ, 1986: 121]
Στα 1792 τον ακολουθεί στη Νίκαια όταν ο Καλλίνικος γίνεται αρχιμανδρίτης Νικαίας [ΕΕΕ, 1986: 121]. Κάποιες πηγές, ωστόσο, τον φέρουν -την ίδια περίοδο- να βρίσκεται κοντά στον μητροπολίτη Εφέσου Γαβριήλ ως διάκονος και γραμματέας ύστερα από σύσταση του προστάτη του [ΘΗΕ, 1965: 1201]. Πάντως, το 1801, οπότε ο Καλλίνικος εξελέγη στον πατριαρχικό θρόνο, ο Κύριλλος θα μεταβεί μαζί του στην Κωνσταντινούπολη και θα οριστεί μέγας αρχιδιάκονος του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Από τη θέση αυτή θα έχει ενεργό συμμετοχή στην προσπάθεια αναδιοργάνωσης της Πατριαρχικής Σχολής, που την περίοδο εκείνη μεταφέρθηκε στο Κουρούτσεσμε. [ΕΕΕ, 1986: 121]
Παραμένει στην Κωνσταντινούπολη έως και το Σεπτέμβριο του 1803, οπότε χειροτονείται μητροπολίτης Ικονίου. Στο εξής, και για τα επόμενα εφτά χρόνια, αναπτύσσει πρωτοβουλίες που αποσκοπούν κατά κύριο λόγο στην βελτίωση του πνευματικού επιπέδου και των εκπαιδευτικών συνθηκών του ποιμνίου του. Έτσι, θα προβεί μεταξύ άλλων στην ίδρυση σχολείων στην περιοχή, την οικονομική ενίσχυση άπορων μαθητών και την διανομή βιβλίων, ενώ θα ενδιαφερθεί και για την επιδιόρθωση παλαιών ναών. [ΕΕΕ, 1986: 121]
Τον Οκτώβριο του 1810 θα μετατεθεί -πιθανότατα έπειτα από απαίτηση των συμπατριωτών του- στην ιδιαίτερη πατρίδα του για να αναλάβει την μητρόπολη Ανδριανουπόλεως. Παραμένει στη θέση αυτή έως και το 1813, έτος κατά το οποίο εκλέγεται στον οικουμενικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης (4 Μαρτίου 1813) ύστερα από την παραίτηση του πατριάρχη Ιερεμία του Δ΄. Θα μεταβεί στην Πόλη για να αναλάβει τα νέα του καθήκοντα αφήνοντας ως διάδοχό του στην Ανδριανούπολη το Δωρόθεο Πρώιο. [ΘΗΕ, 1965: 1201]
Στο διάστημα που θα ακολουθήσει πρόκειται να συνεχίσει το έργο του για την πνευματική πρόοδο των ορθοδόξων δείχνοντας ιδιαίτερο ενδιαφέρον στον τομέα της εκπαίδευσης. Εκτός της ενασχόλησής του με διάφορα εκκλησιαστικά προβλήματα, μεταξύ των δραστηριοτήτων του περιλαμβάνονται η ίδρυση μουσικής σχολής το 1815, η αναδιοργάνωση του ''Σπιταλίου (νοσοκομείου) του Γένους'' καθώς και οι φροντίδες του για την γενικότερη βελτίωση των εκπαιδευτικών δρώμενων και τη διάδοση θρησκευτικών κυρίως βιβλίων. [ΕΕΕ, 1986: 121 και ΜΕΕ, 1926: 487]
Έπειτα από πέντε χρόνια δράσης στον πατριαρχικό θρόνο παραιτείται του αξιώματός του –όπως εικάζεται, λόγω απαίτησης του σουλτάνου Μαχμούτ του Β΄- στις 13 Δεκεμβρίου 1818 και επιστρέφει στην ιδιαίτερη πατρίδα του, όπου θα παραμείνει για το υπόλοιπο της ζωής του. Εκεί, φέρεται να συμμετέχει σε ενέργειες για την ενίσχυση των σκοπών της Φιλικής Εταιρείας, της οποίας μάλλον υπήρξε σύμβουλος ήδη από την περίοδο της πατριαρχικής του θητείας. [ΕΕΕ, 1986: 121]
Με την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης το όνομά του περιλήφθηκε σε διάταγμα που εξέδωσε ο σουλτάνος και στο οποίο δινόταν εντολή για την θανάτωση 30 περίπου ιερωμένων και προχούντων της Ανδριανούπολης με την κατηγορία της συμμετοχής στο κίνημα εναντίον του. Ο Κύριλλος θα εκτελεστεί δι’ απαγχονισμού στις 17 ή 30 Απριλίου στην θύρα της μητρόπολης. Το σώμα του, αφού παρέμεινε κρεμασμένο για τρεις μέρες, πετάχτηκε τελικά στο ποτάμι του Έβρου για να βρεθεί και να ταφεί λίγο αργότερα από τον χωρικό Χρήστο Αργυρίου. Τα λείψανά του μεταφέρθηκαν έπειτα από χρόνια στην μητρόπολη της Ανδριανούπολης. [ΕΕΕ, 1986: 121]
Στη συγγραφική παραγωγή του Κύριλλου ανήκει ο Πίναξ χωρογραφικός της Μεγάλης Αρχισατραπείας του Ικονίου, ένα έργο που θα δημοσιευτεί στη Βιέννη το 1812 για να ακολουθήσει η Ιστορική περιγραφή του προεκδοθέντος χωρογραφικού πίνακος του Ικονίου. Το δεύτερο αυτό σύγγραμμα, που θα εκδοθεί στην Κωνσταντινούπολη το 1815, αποτελεί μια επεξήγηση του Πίνακα, ενώ περιλαμβάνει και μια περιγραφή της Ανδριανούπολης και των περιοχών γύρω από τη Θράκη [ΜΕΕ, 1926: 487 και Σάθας, 1868: 678-79]. Των γεωγραφικού περιεχομένου έργων του είχε προηγηθεί η συλλογή ποιημάτων Ιερογραφική Αρμονία, με έμμετρα των Θ. Προδρόμου, Γ. Πισιδίου και Ν. Ξανθόπουλου, η οποία τυπώθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1802. Διασώζονται επίσης 158 κηρύγματά του, καθώς και μια συλλογή από αρχαίες επιγραφές που δημοσίευσε στο περιοδικό Ερμής ο Λόγιος. [Σάθας, 1868: 679]
Εργογραφία
- Ιερογραφικήν Αρμονίαν, Κωνσταντινούπολη, 1802
- Πίναξ χωρογραφικός της Μεγάλης Αρχισατραπείας του Ικονίου, Βιέννη, 1812
- Ιστορική περιγραφή του προεκδοθέντος χωρογραφικού πίνακος του Ικονίου, Κωνσταντινούπολη, 1815
Α. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
- [ΕΕΕ =] Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, (1985), τόμος 5.
- [ΘΗΕ =] Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, (1965), Αθήνα, τόμος 7.
- [ΜΕΕ =] Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, (1926), εκδ. Φοίνιξ, τόμος 15.
- Σάθας Κ., (1868), Νεοελληνική Φιλολογία, Αθήνα.