Λεξικόν
αήρ
σώμα ρευστό, αόρατο, που περιβάλει όλη τη γη. Είναι τόσο ροώδες, που δεν πήζει —τόσο στη φύση όσο και στο εργαστήριο— ούτε με μεγάλη συστολή ούτε με πολυετή διαμονή στα αγεία ούτε με υπερβολική πίεση ή με πολύ ψύχος σε μέρη κοντά στους πόλους ούτε αν αναμιχθεί με κρυσταλωμένο ύδωρ, αμμωνιακό άλας ή νίτρο. Άπηκτος ο αήρ, όπως θεωρούσε και ο Αριστοτέλης. Μόνος ο αέρας από όλα τα άλα σώματα παραμένει αόρατος, λόγω του αφεγούς και της αραιότητάς του. Έχει βάρος, όπως και τα άλα σώματα.
165