Λεξικόν
θειώδες οξύ πνεύμα
πνεύμα τεχνητό, που παρασκευάζεται από την ένωση θειικού οξέος με παχέα και ελαιώδη σώματα, αν λίγο ζεσταθεί. Είναι το πνεύμα αυτό θειικό οξύ, χωρίς ύδωρ, ενωμένο με θερμαντικό. (σημ.: οξείδια του θείου, οξείδιο του θειικού οξέως ή ανυδρίτης του θειικού οξέος.)
316