Λεξικόν
το τμήμα της μεταφυσικής που πραγματεύεται περί ψυχής, αγέλων και του υπερτάτου Θεού αποκαλούν με το όνομα της πνευματολογίας. Διότι όλα αυτά είναι πνεύματα, όχι επειδή είναι ασώματα και καλύτερα της ύλης αλά και επειδή περιέχουν δύναμη. Διότι αν υπάρχει κάτι δραστήριο στη φύση, από μεν τους Εβραίους ονομάζεται Ρουάχ, από δε τους Έληνες αποκαλείται πνεύμα. Για το λόγο αυτό στα ευκίνητα και λεπτότατα σώματα δόθηκε από τους Φυσικούς και από όσους ασχολούνται με τη Χημεία η επωνυμία “πνεύμα”. Η ψυχή λοιπόν αποκαλείται ουσία διανοητική, δηλαδή αρχή των διανοήσεων ενεργητική και δραστήριος διάνοια, δύναμη με την οποία ο άνθρωπος νοεί, κρίνει και συλογίζεται. Συνηθίζουν να την ονομάζουν και λόγο. Όταν νοούμε, επιθυμούμε και επιλέγουμε, υπάρχει μέσα μας η δύναμη των ενεργημάτων (πράξεων). Της δυνάμεως αυτής υποκείμενο ή ουσία είναι η ψυχή. Την ψυχή λοιπόν και νου θα μπορούσε κανείς να την ονομάσει, λαμβάνοντας τον όρο με τη γενικότερη έννοια και όχι μόνο με την αντιληπτική δύναμη του αληθούς. Ο Καρτέσιος, ο Ρήγιος και άλοι, εξετάζοντας την ουσία καθ’ αυτή, την ονομάζουν νου και όταν θέλουν να τη διαφοροποιοήσουν από το σώμα, την ονομάζουν ψυχή. Κάποιοι από τους αρχαίους, όχι λιγότερο από τους νεότερους, διέκριναν πράγματι αυτή τη ζωογόνο δύναμη της ψυχής από την ουσία του νου. Και δεν είναι μικρό ζήτημα στη φιλοσοφία, αν η ζωή του σώματος εξαρτάται από την ουσία του νου. Διότι οι Γασσένδος, Κουδβόρτιος και άλοι ισχυρίζονται ότι εξαρτάται από μία ενδιάμεση ουσία. Όσοι ακολουθούν τον Καρτέσιο θεωρούν ότι εξαρτάται από κάποια ζωτικά πνεύματα, ενώ οι Λεϊβνίτιος και Ου-όλφιος από την ενυπάρχουσα στα σώματα δύναμη. Οι αρχαίοι πίστευαν ότι εξαρτάται από το αισθητικό της ψυχής, που θεωρούσαν ότι διαχέεται σε όλο το σώμα. Πάντως οι δυνάμεις και οι ενέργειες με τις οποίες συνέχεται η ζωή του σώματος, όπως η κίνηση της καρδιάς, των πνευμόνων και των αρτηριών, η ζωτική θερμότης κ.α. θεωρείται ότι υπακούουν ελάχιστα στο νεύμα του νου που βρίσκεται μέσα μας. Αλά και οι αισθήσεις πιστεύεται ότι μοιάζουν με τις επιβολές του νου και των βουλήσεων, θεωρώντας ότι από εκείνες έχει την αρχή της η νόηση. Από όλα αυτά θα μπορούσε εύλογα σε κάποιον πραγματικά φιλόσοφο να δημιουργηθεί η υπόνοια ότι υπάρχει κάποια μέση ζωτική ουσία στον άνθρωπο, η οποία ως ένα είδος οχήματος προς το νου, όπως αναφέρει και ο Αυγουστίνος, διατρέχει όλο το σώμα και υπόκειται στους μηχανικούς θεσμούς και νόμους του. Η ψυχή του ανθρώπου είναι ασώματη ουσία. Και όπως έλεγε ο Καρτέσιος, μεγάλη είναι η διαφορά μεταξύ σώματος και ψυχής. Η ψυχή είναι ουσία ασώματη και οι ουσιώδεις αυτής ιδιότητες είναι διαφορετικές από εκείνες του σώματος. Διότι αυτή δεν μπορεί να διαιρεθεί, να διασπασθεί σε μέρη, ούτε από την ίδια της τη φύση, ούτε από την ενεργεία των έξω σωμάτων. Διότι το ασώματο δεν υφίσταται καμία μεταβολή και αλοίωση από τα σώματα. Άρα η ψυχή του ανθρώπου είναι ασώματη, ζώσα, ανόλεθρη και αθάνατη. Ο Πλάτων στους διαλόγους του, το Φαίδωνα και το Φαίδρο, αποδεικνύει το ασώματο και αθάνατο της ψυχής. Το κελεύον, ισχυρίζεται, είναι διαφορετικό του κελευομένου και το χρησιμοποιούμενο διαφορετικό από εκείνο που χρησιμοποιεί. Υπάρχει επομένως σε μας το πειθαρχούν σώμα και ο λόγος στον οποίο αυτό υπακούει. Άρα παν το κινούμενο είναι σώμα και κάθε τι που κινεί τα άλα ασώματο, πράγμα που και ο Αριστοτέλης δέχεται και οι επισημότεροι των φιλοσόφων. Η ψυχή είναι το αίτιο κάθε κίνησης και ενέργειας στο σώμα. Άρα η ψυχή είναι ασώματη. Οι Πατέρες της Εκκλησίας συνήθιζαν να στηρίζουν το αθάνατο της ψυχής στη θεία πρόνοια. Ο Ακινάτης θεωρώντας το νοείν ως ενέργεια μη σωματική, απέδωσε το ασώματο στην ψυχή. Και ως αρχή της κίνησεως στα σώματα, αυτή δεν μπορεί να είναι σώμα, άποψη που υποστηρίζει ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης και πολοί από τους αρχαιότερους. Άξια αναφοράς είναι και όσα ο Καρτέσιος υποστηρίζει για την αθανασία της ψυχής. Από τους νεότερους Σχολαστικούς υπάρχουν και εκείνοι οι οποίοι με βάση την πίστη τους πρευσβεύουν το αθάνατο της ψυχής, ως δόγμα των υπερφυεστέτερων και απερινοήτων, αναπόδεικτο με βάση τις φυσικές αρχές. Τέτοιοι είναι οι Ενρίκος, Σκότος, Καϊετάνος, Νικόλαος, Περόττος και Ιωάννης Λώκιος. Ζουν, ισχυρίζονται αυτοί, τα κτίσματα, εφ’ όσον ο Θεός επιθυμεί τη ζωή τους. Τα περί του ασωμάτου της ψυχής και αθανάτου, αποτελούν επίσης δόγματα της πίστεως των Χριστιανών.