Λεξικόν
πολά θεωρήθηκαν ως αίτια της κινήσεως των αστέρων. Κάποιοι θεωρούν ότι οι αστέρες έχουν πάρει την αιτία της κίνησης τους από κάποιο εξωτερικό αίτιο, όπως ο αέρας, ο Θεός ή κάποιο έφορον - επιβλέπον πνεύμα. Άλοι θεωρούν ότι κινούνται από κάποιο εσωτερικό αίτιο και κατά κάποιο έμφυτο τρόπο, από μία ψυχή, σαν να είναι έμψυχα. Όσοι θεωρούν ότι είναι άψυχα, τους αποδίδουν κάποιο ουσιώδες χαρακτηριστικό, που τους δίνει την ορμή να ακολουθήσουν τη φορά του κύκλου, η οποία δεν διαφέρει από αυτή που αναγκάζει το πυρ να ανεβαίνει πάνω και το λίθο να κατεβαίνει κάτω. Μέσα σ’ αυτήν την ποικιλία απόψεων είναι δύσκολο να προσδιορίσουμε την αληθέστερη. Κατά τους Στωικούς και τον Αριστοτέλη έχει δοθεί από το Θεό στα αστέρια μία κίνηση. Οι Στωικοί θεωρούν ότι ο Θεός βρίσκεται εκτός του κόσμου και κινεί τον όγκο τους. Με ανάλογο τρόπο ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι η αρχή και το πρώτο κινούν των όντων, ακίνητο καθ’ εαυτό, κινεί την πρώτη και αιώνια και μία κίνηση. Όμως, αν και δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι οι ουράνιες κινήσεις εξαρτώνται από τον Θεό, γιατί σε αυτόν ζούμε και κινούμαστε και υπάρχουμε, δεν μπορούμε να δεχτούμε ότι οι κινήσεις των ουρανών εξαρτώνται αμέσως από το θείον, γιατί όπως συμβαίνει και με όλα τα υπό την σελήνη, έτσι και στους Ουρανούς, ο Θεός έθεσε μία αρχή ενδόμυχη και άμεση των κινήσεών τους. Ο Πλάτων θεωρεί ότι οι αστέρες έχουν μορφωθεί από μία λογική ψυχή και ότι εξ αυτής αμέσως κινούνται. Παραπλήσια προς αυτά αποφαίνονται οι Κικέρων, Φίλων ο Ιουδαίος και Ωριγένης. Όμως η Ε´ Οικουμενική Σύνοδος απαγόρευσε τέτοιες απόψεις που παρουσιάζουν τον ουρανό, τον ήλιο, τη σελήνη, τους αστέρες και τα ύδατα τα υπεράνω των Ουρανών ως ζωντανά και ως ένυλες δυνάμεις, δηλαδή ως σώματα με λογική ψυχή, όπως το ανθρώπινο. Ο θεσπέσιος Δαμασκηνός αναφέρει χαρακτηριστικά: μηδείς φησίν ηγείσθω ουρανούς και αστέρας έμψυχα είναι, ψυχής γαρ και αισθήσεως αμοιρούσιν. Οι Πατέρες και όσοι ασχολούνται με την ιερή θεολογία θεώρησαν ότι κάποια νοερά όντα (άγελοι) γίνονται κινητικά των ουρανίων, όχι από κάποια εσωτερική αιτία, αλά από μία εξωτερική αρχή. Όμως αυτό δεν αποτελεί άποψη ενσωματωμένη στο δικό μας δόγμα της πίστεως. Ο Κέπλερος θεωρεί ότι η περιοδική κίνηση των πλανητών έχει την αρχή της σε κάποιες άυλες μορφές, όπως ο ευρισκόμενος στο κέντρο του παντός ήλιος, που σαν μαγνήτης προβάλεται και αναγκάζει να περιστρέφονται τα πάντα γύρω από τον ίδιο άξονα. Όμως ου κατά φιλόσοφον εστί τα φερόμενα άυλα είδη οις οι πλανήται περί τον ήλιον άγεσθαι λέγονται. Ο Καρτέσιος θεωρεί ότι όλη η ύλη του ουρανού, στην οποία οι πλανήτες περιφέρονται σαν σε μία δίνη και της οποίας το κέντρο κατέχει ο ήλιος, συνεχώς περιστρέφεται και τα μεν ευρισκόμενα κοντά στον ήλιο μέρη ταχύτερα φέρονται πιο μακριά σε σχέση με τα απομακρυσμένα, οι δε πλανήτες, εκ των οποίων ένας είναι και η γη, μεταξύ των μερών της ουράνιας αυτής ύλης πάντοτε κινούνται. Αλά και αυτή η άποψη επίσης δεν γίνεται δεκτή. Ο Λεϊβνίτιος έχει παρόμοιες απόψεις, θεωρώντας ότι αιτίες των ουρανίων κινήσεων είναι κάποιες αιθέριες δίνες ή με αστρονομικότερη έκφραση, οι τροχιές (σωμάτων) των οποίων η φύσις είναι υγρή-ροώδης. Η άποψη, αν και φαίνεται ορθότερη από την καρτεσιανή, είναι ωστόσο αφελέστερη εκείνης. Η άποψη του Νεύτωνα, την οποία οι νεότεροι δέχτηκαν ως την πιο απλή, θεωρεί ότι η κίνηση των πλανητών των πλησιέστερων σε τροχιά γύρω από τον ήλιο και των λοιπών απομακρυσμένων εξαρτάται από μία διπλή αρχή, δηλαδή από τη βαρύτητα, η οποία κατευθύνεται προς το κέντρο της τροχιάς στην οποία ελίσσονται και από την προέκταση της κινήσεως της κατ’ ευθείαν τελουμένης, με την οποία εμποδίζονται να πέσουν προς το σημείο εκείνο προς το οποίο βαρύνουν. Δύσκολα όμως θα μπορούσαμε να δεχτούμε την ερμηνεία αυτή της κίνησης των ουρανίων, διότι βασίζεται εξ ολοκλήρου στο σύστημα του Κοπερνίκου. Ακατανόητο είναι πώς σε ένα κενό διάστημα και οι πλησιέστεροι προς τον ήλιο και οι μακρινότεροι πλανήτες κινούνται επηρεασμένοι από τη βαρύτητα. Και με ποιο τρόπο η δύναμη της βαρύνσεως φθίνει κατά το τετράγωνο της απόστασης, όταν αυτή αυξάνεται.