Λεξικόν
όταν μας καταλαμβάνει ο ύπνος, παύει σε μας η συνείδηση των αισθημάτων που συνηθίζουν να μας προξενούν, όταν είμαστε ξύπνιοι, οι προσβολές των εξωτερικών αντικειμένων. Παύουν οι λογικές εκούσιες κινήσεις και μένουν μόνο οι ζωτικές, η αναπνοή, ο σφυγμός της καρδιάς, των αρτηριών, κ.λπ στις οποίες προστίθενται μερικές φορές κινήσεις μηχανικές και άλογες, δηλαδή κινήσεις των οποίων δεν έχουμε συνείδηση. Από που προέρχεται η ανάπαυλα αυτή και πώς περνά κανείς από την εγρήγορση στο ύπνο, είναι κάτι που δεν μπορεί να εξηγηθεί με βεβαιότητα, εν όσω ο μηχανισμός των αισθημάτων δεν γνωρίζεται με εντέλεια. Αν δεχτούμε την υπόθεση των ζωτικών πνευμάτων, δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε πως μια μεγάλη έλειψη αυτών των πνευμάτων προερχόμενη από τους κόπους και τις ενασχολήσεις της ημέρας ή μία έμφραξη στα σωληνάρια στα οποία αυτά τα πνεύματα τρέχουν, μπορεί να προξενήσει μετά μια τόση συνέχεια εγρήγορσης, την ανάπαυλα των αισθήσεων και επομένως τον ύπνο. Από αυτή την κένωση των ζωτικών πνευμάτων φαίνεται ότι προκαλείται η ατονία και νάρκωση που προηγείται του ύπνου. Η ανάκτηση των δυνάμεων που γίνεται ύστερα από έναν μακρύ και ήσυχο ύπνο, φαίνεται ότι είναι αποτέλεσμα της νέας αφθονίας των πνευμάτων, που διαχωρίζονται από το αίμα και προσπαθούν να αναπληρώσουν την έλειψη εκείνων που καταναλώθηκαν στην εγρήγορση. Ακόμη όμως και αν όλα αυτά δεν παρέχουν μία βέβαιη απόδειξη της ύπαρξης των τέτοιου είδους πνευμάτων, δεν μπορούν παρά να αυξήσουν την πιθανότητα μιας τέτοιας ύπαρξης. Στη διατήρηση του ύπνου βοηθά η ησυχία, η κατάπαυση των προσβολών και ιδεών και η διάρκεια ενός ελαφρού και ομοιόσχημου αισθήματος, π.χ.το ψιθύρισμα ύδατος που τρέχει. Ένα σφοδρό αίσθημα ή μια ιδέα ζωηρή που παρασταίνεται στην ψυχή, την κάνει να προσηλώνεται σ’ αυτή και να ξυπνά. Αφού ξυπνήσουμε, άλοτε ενθυμούμαστε ότι δεν είχαμε καμιά νόηση στον ύπνο και άλοτε ενθυμούμαστε ότι εννοήσαμε και κοιμώμενοι, που σημαίνει ότι ονειρευτήκαμε.