Λεξικόν
η Λογική του Κονδιλιάκ (Λογική ή Αι πρώται αναπτύξεις της τέχνης του στοχάζεσθαι) είναι έργο ενός μεγάλου μεταφυσικού. Έγινε για τα παιδιά, τους αμαθείς και τις γυναίκες. Διαιρείται σε δύο μέρη: στο πρώτο μέρος του έργου ο Κονδιλιάκ πραγματεύεται τη μεταφυσική της γλώσσας, δηλαδή την παρατήρηση των λέξεων της ομιλουμένης γλώσσας, με τρόπο σύντομο και απλό. Με αυτή βλέπει κάποιος πώς νοεί, πώς αποκτά γνώσεις και πώς μπορεί να τις αποκτά χωρίς να τις χάνει, επειδή οι γνώσεις χάνονται, όταν συσσωρεύονται άτακτα και συγκεχυμένα στο νου. Στο δεύτερο μέρος ο συγραφέας πραγματεύεται την τέχνη του συλογίζεσθαι με την ίδια συντομία και απλότητα. Στη Λογική του δεν υπάρχει το τέχνασμα των πέντε καθόλου φωνών, των δέκα κατηγοριών, των ορισμών, των διαιρέσεων, των προτάσεων, των διαφόρων συλογισμών, των επιχειρημάτων, των ενθυμημάτων, των διλημάτων, των σοφισμάτων της παραδοσιακής λογικής. Οι λογικοί διδάσκαλοι που δεν ασκούν τους λογικευόμενους στην ορθότητα της διανοήσεως και τους αφήνουν να διαφθείρονται σε παρομοία θέματα, κενά περιεχομένου, κάνουν μια αλόκοτη χρήση της διδασκαλίας τους. Σκοπός της Λογικής αυτής δεν είναι παρά να μας μάθει να συλογιζόμεθα, πράγμα που είναι δύσκολο αν δεν μάθουμε προηγουμένως ποια είναι η αρχή των γνώσεών μας, πώς τις αποκτούμε και πώς πρέπει να διευθύνουμε τις ψυχικές μας δυνάμεις. Δεν είναι επομένως οι γραμματικοί, οι ρήτορες, οι ιστορικοί και οι φυσικοί αυτοί που πρέπει να δείξουν στα παιδιά τη μέθοδο της μαθήσεως και να τα βάλουν στην οδό που φέρνει στον Παρνασσό και στον Ελικώνα, παρά οι καλοί μεταφυσικοί, που έκαναν μια μακροχρόνια και ορθή σπουδή του ανθρωπίνου νου, οι Λοκ, οι Κονδιλιάκ, οι Καντ. Αυτούς και τους οπαδούς τους πρέπει να ακούει κάποιος όταν μάλιστα πρόκειται για τις πρώτες γνώσεις που πρέπει να δώσουμε στα παιδιά. Όταν η αρχή είναι καλή, είναι και το τέλος κάλιστο. Και καλή μέθοδος είναι να αρχίζουν οι άνθρωποι από τα γνωστά και να προχωρούν στα άγνωστα. Ξεκινώντας από τη μητρική γλώσσα των παιδιών, ο δάσκαλος θα πρέπει να τα φέρει σε άλες γνώσεις, κάνοντάς τα να παρατηρήσουν πρώτα τις ομοιότητες και ανομοιότητες των λέξεων, τις συμφωνίες και διαφωνίες μεταξύ τους, πότε παίζοντας, πότε σπουδάζοντας, ώστε να γίνει η παρατήρηση έξη (συνήθεια). Και αυτή είναι η αναλυτική μέθοδος, επειδή ο νους κρατεί εκείνα που καταλαβαίνει, ενώ αισθάνεται αποστροφή για εκείνα που δεν αντιλαμβάνεται. Η κακή μέθοδος είναι η σύνθεση, που άλο δεν κάνει παρά να καταζαλίζει και να κατασκοτίζει τα παιδιά, γιατί είναι εκείνη με την οποία αρχίζουν παντού να διδάσκουν τους νέους, βάζοντάς τους από εκεί που πρέπει να τελειώνουν. Επειδή, όταν δεν αρχίζει κάποιος από τη μητρική του γλώσσα παρά από μια άλη, αφού μάθει να μιλά λίγο, δεν αρχίζει να βαδίζει από τα γνωστά στα άγνωστα, αλά ο δάσκαλος βάζει το μαθητή να μάθει εκείνα που δεν καταλαβαίνει, αποστηθίζοντας κανόνες, ορισμούς, κλίσεις, συζυγίες λέξεων, χωρίς να γνωρίζει τις ίδιες τις λέξεις. Και έτσι ο δάσκαλος διαφθείρει το νου του νέου. Επομένως αυτή η παρατήρηση των λέξεων της γλώσσας του καθενός είναι απαραιτήτως αναγκαία στο νέο που αρχίζει να σπουδάζει. Αυτή είναι η μεταφυσική της γλώσσας. Κάθε τέχνη και κάθε επιστήμη έχει τη μεταφυσική της και εκείνος που η μάθησή του φωτίζεται με τη μεταφυσική του βαδίζει με μεγάλα βήματα. Αφού ο νέος συλάβει στο νου το τέχνημα των λέξεων και ασκηθεί αρκετά σε αυτές, η σπουδή που πρέπει να κάνει είναι η σπουδή της τέχνης του νοείν, του στοχάζεσθαι και συλογίζεσθαι. Το γνώθι σαυτόν υπαινίσσεται τη σπουδή του φυσικού ανθρώπου, κυρίως όμως τη σπουδή του μεταφυσικού ανθρώπου, τη σπουδή δηλαδή του νου και των εργασιών του. Οι παλαιοί φιλόσοφοι θέλοντας να πείσουν τους ανθρώπους ότι αυτή είναι η αξιολο-γότερη και αναγκαιότερη σπουδή, την παρουσίασαν ως χρησμό και θεία εντολή. Ο νέος ωστόσο θα πρέπει να μάθει να νοεί, να στοχάζεται και να συλογίζεται και η μάθηση αυτή, αφού γίνει με προσοχή και επιμονή ώστε να γίνει έξη, θα μπορέσει να τον οδηγήσει σε κάθε είδος μάθησης. Η Λογική του Κονδιλιάκ, στηριγμένη στην ανάλυση, γράφτηκε με έναν τρόπο νέο και αν φανεί σε κάποιους δύσκολη, η δυσκολία της δεν προέρχεται παρά από αυτόν τον νέο τρόπον πραγμάτευσης των θεμάτων. Κατά τον συγραφέα της απευθύνεται στους αμαθείς, που δεν διάβασαν άλες Λογικές και ακολούθως δεν έχουν αποκτήσει κακές συνήθειες και εύκολα μπορούν σε αυτή να προχωρήσουν. Όσοι όμως διάβασαν άλες Λογικές θα δυσκολευτούν να την εννοήσουν, λόγω των προλήψεών τους, των κακών τους έξεων, όπως το αριστερό χέρι δυσκολεύεται να κάνει όσα κάνει το δεξί, επειδή απέκτησε τη συνήθεια να μην κάνει τα του δεξιού.