Λεξικόν
σώμα ρευστό, αδιαχώρητο, ελαστικότατο και τόσο λεπτό, ώστε η βαρύτητά του δεν υποπίπτει στις αισθήσεις μας. Όλα τα σώματα, ακόμη και τα χημικά στοιχεία μετέχουν αυτής της ύλης, αν και οι χημικοί δεν μπόρεσαν μέχρι σήμερα να παραστήσουν την ύλη αυτή καθ’ εαυτή ούτε με ανάλυση ούτε με σύνθεση. Η μεγάλη ελαστικότητά του θερμαντικού και η ελκυστική δύναμη που έχουν τα μόρια εκάστου σώματος θεωρούνται οι αιτίες των διαφόρων μορφών των σωμάτων, στερεών και ρευστών, καθώς η ελαστικότητα αραιώνει τα μόρια επ’ άπειρον, η ελκυστική δύναμη τα ελκύει επ’ άπειρον και από την αναλογία αυτών των δύο δυνάμεων ή ιδιοτήτων εξαρτάται η διαφορετική μορφή των σωμάτων. Αυτό επιβεβαιώνεται δια της πείρας, επειδή με την προσθήκη ή αφαίρεση του θερμαντικού μεταβάλεται η ελαστικότητα και ελκυστική ιδιότητα των σωμάτων. Το θερμαντικό μεταδίδεται στα πλησίον σώματα μέχρι να έρθει σε ισοσταθμία με το θερμαντικό των σωμάτων αυτών. Άλα σώματα επιδέχονται μεγαλύτερη ποσότητα του θερμαντικού, άλα μικρότερη και το αίτιο του φαινομένου αυτού βρίσκεται στις διαφορετικές χημικές συγένειες των σωμάτων. Η ύλη αυτή βρισκόμενη σε ισοσταθμία με όλα τα γύρω από εμάς σώματα, δεν γίνεται αντιληπτή από τις αισθήσεις μας και ονομάζεται από τους χημικούς δεδεμένη. Μεταβαίνοντας από το ένα σώμα στο άλο, για να έρθει σε ισοσταθμία, γίνεται αισθητή και ονομάζεται ελεύθερο ή αισθητό θερμαντικό, μετρείται δε με θερμόμετρο. Η αίσθηση που προκαλεί λέγεται θερμότητα, ενώ εξερχόμενη από τα σώματα προκαλεί άλη αίσθηση που ονομάζεται ψυχρότητα. Οι αισθήσεις αυτές λαμβάνονται ως συσχετικές - αναφορικές και όχι απόλυτες.