Βιογραφίες
Κληρικός και συγγραφέας, ο Γ. Φατζέας ασχολήθηκε με την έκδοση και μετάφραση κειμένων επιστημονικού, φιλοσοφικού και εκκλησιαστικού περιεχομένου. Διετέλεσε αρχιεπίσκοπος Φιλαδελφείας με έδρα τη Βενετία, παρά τις αντιρρήσεις που πρόβαλε τόσο το Οικουμενικό Πατριαρχείο όσο και ο Πάπας.
Γεννήθηκε στα Κύθηρα, όπου και έλαβε την εγκύκλιο μόρφωση. Ο πατέρας του ονομαζόταν Ιούλιος και οι δύο αδελφοί του, Ιωάννης και Κωνσταντίνος [Πλουμίδης, 1967: 86]. Ο ίδιος συναντάται και με την επωνυμία Φατσέας, ο μετέπειτα μητροπολίτης Φιλαδελφείας Γρηγόριος.
Χειροτονήθηκε ιερέας στην γενέτειρά του -όχι πριν το 1758- και εν συνεχεία μετέβη στην Βενετία για ανώτερες σπουδές. Βρίσκεται στην ιταλική πόλη γύρω στα 1758 και εκτελεί καθήκοντα ιεροκήρυκα στον ορθόδοξο ναό του Αγίου Γεωργίου [ΜΕΕ, 1926: 868]. Παράλληλα, συνεχίζει τις σπουδές του έχοντας εξασφαλίσει την οικονομική ενίσχυση της τοπικής ελληνικής κοινότητας. Κατά την περίοδο αυτή πρόκειται να εκδώσει στη Βενετία τέσσερα έργα του, ενώ από τις 2 Δεκεμβρίου 1760 αναλαμβάνει χρέη εφημέριου στον ελληνικό ναό. Κατά το διάστημα της εκεί παραμονής του ο Φατζέας θα κατορθώσει να κερδίσει την εκτίμηση των ομογενών της Βενετίας. Έτσι, όταν με διάταγμα της Γερουσίας (31 Δεκεμβρίου 1761) δόθηκε η άδεια στην ελληνική κοινότητα να ορίσει αρχιεπίσκοπο στον -επί πενήντα χρόνια- κενό θρόνο της Φιλαδέλφειας, επιλέχθηκε εκείνος για την θέση αυτή (18 Ιανουαρίου 1762). Η γενική συνέλευση προσδοκούσε ότι με την εκλογή του θα δινόταν τέλος στις πολύχρονες ταραχές που είχαν ξεσπάσει στις ορθόδοξες εκκλησίες της Βενετίας και Δαλματίας μετά το θάνατο του αρχιεπισκόπου Τυπάλδου (1713). [Βρετός, 1857: 343]
Ωστόσο, προκειμένου ο νέος μητροπολίτης να αναγνωριστεί από τους δυτικούς ως αρχιεπίσκοπος της ορθόδοξης εκκλησίας, θα έπρεπε -σύμφωνα με απόφαση της συνόδου στη Φλωρεντία- να ομολογήσει τους ενωτικούς όρους [Ζαβίρας, 1872: 233]. Η ελληνική κοινότητα της Βενετίας, όμως, για να αποφύγει αυτή την ομολογία, την οποία απαιτούσαν τόσο οι εκκλησιαστικές όσο και οι πολιτικές αρχές της Ιταλίας, ζήτησε την έγκριση του Ορθόδοξου Πατριαρχείου. Κάτι τέτοιο δεν κατέστη δυνατό αφού κύκλοι προσκείμενοι στον αντίπαλο υποψήφιο για την ίδια θέση Σπυρίδωνα Μίλια, διέβαλαν τον Φατζέα στον πατριάρχη ως ενωτικό [Πλουμίδης, 1967: 90]. Ο τελευταίος με επιστολή του στις 6 Απριλίου 1762 ζήτησε από τον υποψήφιο αρχιερέα ομολογία πίστεως, η οποία θα αποδείκνυε το oρθόδοξο φρόνημά του, ως απαραίτητη προϋπόθεση για την χορηγία άδειας χειροτονήσεως.
Εξαιτίας της περιπλοκής που είχε δημιουργηθεί, ο Φατζέας δεν προέβη σε καμία ομολογία πίστεως προς την ανατολική ή τη δυτική εκκλησία. Ωστόσο, οι κλυδωνισμοί των εκκλησιών Δαλματίας και Βενετίας που κινδύνευαν να αποσχιστούν και η δυσχερής θέση, στην οποία είχε περιέλθει ο νέος μητροπολίτης, θα εξαναγκάσουν τη Γερουσία να προβεί εσπευσμένα σε έναν παράτυπο διορισμό του. Θα σταλεί, λοιπόν, στην Κέρκυρα για να χειροτονηθεί από τους αρχιερείς των Ιονίων νήσων με την ελπίδα μιας μεταγενέστερης συνοδικής επικύρωσης [Σάθας, 1868: 483]. Κάτι τέτοιο, άλλωστε, είχε συμβεί και στο παρελθόν με τις περιπτώσεις του Γερασίμου Βλάχου και του Μελέτιου Τυπάλδου. Η τελετή θα λάβει χώρα στις 11 Ιουλίου 1762 με την παρουσία του Γενικού Προβλεπτού Θαλάσσης Contarini και άλλων αντιπροσώπων των βενετικών αρχών. Εκεί ο Φατζέας θα προβεί σε ομολογία πίστεως του ορθόδοξου δόγματος και θα μετονομαστεί από Γεώργιος σε Γρηγόριος.
Η χειροτονία του αρχιεπισκόπου Φιλαδελφείας στην Κέρκυρα προκάλεσε την αντίδραση τόσο του πατριαρχείου όσο και του Πάπα. Έτσι, ο πατριάρχης Ιωαννίκιος ο Γ΄ μετά από σύσκεψη με την ενδημούσα σύνοδο των αρχιερέων έκρινε την διαδικασία ως παράνομη και αποφάσισε την καθαίρεση του Φατζέα, καθώς και των αρχιερέων που τον χειροτόνησαν. Πρόκειται για τον μητροπολίτη Ζακύνθου και Κεφαλληνίας Σωφρόνιο Κουτούβαλη και τον μητροπολίτη Λευκάδος και Αγίας Μαύρας Χρύσανθο Ψωμά, αλλά και για τον Κερκυραίο ιερέα Φιλόθεο Βιτζαμάνο, ο οποίος καθαιρέθηκε γιατί παρευρέθηκε στην τελετή [Πλουμίδης,1967: 91-92]. Η διακοίνωση των αποφάσεων έγινε με τη δημοσίευση στα 1762 και 1763 δύο συνοδικών επιστολών, που αναφέρονταν στον μετονομαζόμενο μητροπολίτη Γρηγόριο και τους λοιπούς αρχιερείς αντίστοιχα. Από την άλλη πλευρά, ο πάπας Κλήμης ο ΙΓ΄ όταν πληροφορήθηκε για το γεγονός από τον πρεσβευτήτου στην Βενετία και έλαβε γνώση της άρνησης του Φατζέα να ομολογήσει τους ενωτικούς όρους, αντέδρασε άμεσα. Με επιστολές του (βούλες, breve) της 22/11, 30/4 και 31/12 του 1763 άρχισε να πιέζει την βενετική γερουσία να τον αποκηρύξει. [Ζαβίρας, 1872: 233 και Πλουμίδης, 1967: 92]
Θα ακολουθήσει πυκνή αλληλογραφία ανάμεσα σε μέλη της ελληνικής κοινότητας της Βενετίας και τον πατριάρχη Ιεροσολύμων Παρθένιο, τον δραγουμάνο Ράλλη και τους Μιχαήλ Σάββα και Δήμο Χρίστου, που διέμεναν στην Πόλη και μπορούσαν να επηρεάσουν θετικά τον πατριάρχη. Ωστόσο, η άρση της καθαίρεσης δεν κατέστη δυνατή και για πολιτικούς λόγους. Συγκεκριμένα, ο σουλτάνος Μουσταφάς ο Γ΄ απαγόρευσε στον πατριάρχη να προβεί σε μια τέτοια ενέργεια φοβούμενος πως η εκλογή του Φατζέα θα είχε δυσμενείς πολιτικές συνέπειες για εκείνον. [Πλουμίδης,1967: 92-93]
Μετά την χειροτονία του στην Κέρκυρα ο Φατζέας διέμενε στην Βενετία, αλλά απείχε από τα ιερατικά του καθήκοντα αναμένοντας μια ευνοϊκή κατάληξη της περιπλοκής που είχε δημιουργηθεί. Κατά το διάστημα αυτό έχει περιπέσει σε δυσχερή οικονομική κατάσταση και ζητά από τη Γερουσία κάποια χρηματική ενίσχυση (15 Απριλίου 1765), αίτημα που πρόκειται να γίνει αποδεκτό. Παρά την άρνηση του πατριάρχη να αναγνωρίσει το νέο αρχιεπίσκοπο και τις απειλές του Πάπα ότι θα επενέβαινε στη δικαιοδοσία της ελληνικής εκκλησίας, η βενετική γερουσία επέτρεψε τελικά στον Φατζέα να ανέβει στο μητροπολιτικό θρόνο [Βρετός, 1857: 344]. Με διάταγμα της, λοιπόν, στις 14 Σεπτεμβρίου 1764 έκρινε ψευδείς τους ισχυρισμούς του Οικουμενικού Πατριαρχείου εγκρίνοντας τη δράση του αρχιερέα Φιλαδελφείας.
Έτσι, μετά από ένα μακρό διάστημα απραξίας ο Φατζέας ανέλαβε τα καθήκοντά του φροντίζοντας να τηρεί αυστηρά τους κανόνες της ανατολικής εκκλησίας. Παράλληλα, ενδιαφέρθηκε και για φιλανθρωπικά έργα, όπως το νοσοκομείο της Αδελφότητας, τη Φλαγγίνειο Σχολή και την μονή των Ορθοδόξων Καλογραιών. Κατά τη διάρκεια της αρχιερατείας του διενεργούσε ελέγχους όσον αφορά την συμπεριφορά των ορθοδόξων ιερέων της επικράτειάς του, ενώ τους ζήτησε να τηρούν και ληξιαρχικό βιβλίο θανάτων. Ακόμη, πέρα από τους ομογενείς της Βενετίας φαίνεται ότι βοηθούσε και τους Έλληνες εκτός της Αδελφότητας, όπως μαρτυρεί ένα επαινετικό γι’αυτόν σονέτο κάποιου συμπατριώτη του [Πλουμίδης,1967: 95-96]. Ωστόσο, παρά την συνετή –καθώς φαίνεται- διακυβέρνηση του ποιμνίου του, η θητεία του Φατζέα παρέμενε ένα σκάνδαλο, που είχε διχάσει τους Ορθοδόξους κι έθετε σε κίνδυνο την αυτονομία της ελληνικής εκκλησίας στη Βενετία έναντι των διεκδικήσεων του Πάπα [ΜΕΕ, 1926: 868]. Η ηρεμία πρόκειται να επανέλθει στην περιοχή μετά το θάνατό του στις 29 Ιουλίου 1768 -έπειτα από σύντομη ασθένεια.
Η συγγραφική παραγωγή του Έλληνα μητροπολίτη περιλαμβάνει κείμενα φιλοσοφικού, φιλολογικού, γεωγραφικού και εκκλησιαστικού περιεχομένου. Το 1759 εξέδωσε στη Βενετία τη Λογική του Βικέντιου Δαμοδού με δικό του πρόλογο, καθώς και το έργο Τέχνη Ρητορικήτου ίδιου συγγραφέα [Βρετός, 1857: 55]. Τον επόμενο χρόνο θα κυκλοφορήσει σε τρεις τόμους με δικές του σημειώσεις και προσθήκες τηΓραμματική Γεωγραφική [Ζαβίρας, 1872: 234]. Πρόκειται για μετάφραση από τα ιταλικά του γαλλικού έργου του Patrick Gordon, το οποίο αφιερώνει στους ομογενείς της Βενετίας. Επίσης, ο Γ. Φατζέας είναι ο συγγραφέας της ελληνικής απόδοσης του κειμένου Χριστιανική οδηγία δια της σοφίας του Σολομώντος, που τυπώθηκε στη Βενετία το 1760. Πρόκειται για μετάφραση από τα ιταλικά του γαλλικού βιβλίου του Ιησουΐτη Μ. Boutauld. [Πλουμίδης,1967: 102-107]
Εργογραφία
- Επίτομη Λογική κατ’Αριστοτέλην, Βενετία, 1759
- Τέχνη Ρητορική, Βενετία, 1759
- Γραμματική Γεωγραφική, Βενετία, 1760
- Χριστιανική οδηγία δια της σοφίας του Σολομώντος, Βενετία, 1760
Α. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ
Ενδεικτική Βιβλιογραφία
- Βρετός A., (1857), Νεοελληνική Φιλολογία, Αθήνα.
- Ζαβίρας Γ., (1872), Νέα Ελλάς ή Ελληνικόν Θέατρον, Αθήνα.
- [ΜΕΕ =] Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, (1926), 2η έκδοση, τ. 23, Αθήνα.
- Πλουμίδης Γ., (1967), "Ο αρχιεπίσκοπος Φιλαδελφείας Γρηγόριος Φατσέας (1762-1768)", Θησαυρίσματα, τ. 4, σ. 85-113.
- Σάθας Κ., (1868), Νεοελληνική Φιλολογία, Αθήνα.